μονοτροχιόδρομος

μονοτροχιόδρομος
Σύστημα μεταφοράς υλικών το οποίο αποτελείται από όχημα που κινείται σε μία μόνο τροχιά η οποία βρίσκεται στο πάνω μέρος του οχήματος. Το όχημα κινείται στην τροχιά με ηλεκτροκινητήρα ή ωθείται με το χέρι. Η τροχιά μπορεί να αποτελείται από σωλήνα από σιδηρόλαμα ή από μορφοσίδηρο: ο τελευταίος αυτός χρησιμοποιείται περισσότερο και κατά κανόνα πρόκειται για μορφοσιδήρους με σχήμα Τ ή διπλό Τ. Ο μ. είναι δυνατόν να κατασκευαστεί με καμπύλες ώστε να ακολουθήσει μια επιθυμητή διαδρομή, ενώ κατά κανόνα δεν είναι δυνατό να κατασκευαστεί υπό κλίση, ώστε να υπερβεί υψομετρικές διαφορές. Είναι δυνατή η κατακόρυφη μετατόπιση ενός τμήματος του τροχιοδρόμου μέσω κυλίνδρων με πεπιεσμένο αέρα ή υδραυλικών, οι οποίοι ανυψώνουν ή υποβιβάζουν το όχημα στη στάθμη ενός άλλου μ. τοποθετημένου σε διαφορετικό ύψος. Μ. ονομάζεται επίσης ένας ειδικός τύπος επιβατικού σιδηροδρόμου, του οποίου τα βαγόνια κινούνται σε μια μόνο τροχιά τοποθετημένη στο επάνω ή στο κάτω μέρος: αυτό είναι δυνατό χάρη στην ειδική μορφή της τροχιάς και του οχήματος, το οποίο έχει τροχούς όχι μόνο με οριζόντιο αλλά και με κατακόρυφο άξονα. Ο τύπος αυτός σιδηροδρόμου, αν και έχει δοκιμαστεί αρκετά, εφαρμόζεται ελάχιστα και μόνο σε διαδρομές μικρού σχετικά μήκους. Κανονικά δρομολόγια εκτελούν επί του παρόντος μόνο δύο μ.: ένας στη Γερμανία και ένας στην Ιαπωνία, μεταξύ Τόκιο και Κιότο. Τα οχήματα του πρώτου κινούνται επάνω στην τροχιά, ενώ του δεύτερου είναι αναρτημένα από αυτήν. Μονοτροχιόδρομος που κινείται σε ειδική τροχιά, ευρωπαϊκής κατασκευής. Αναρτήρας μονοτροχιόδρομου, αμερικανικής κατασκευής.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”